Ο Αμερικανός δημοσιογράφος, Thomas Walker, που ταξίδεψε στην Ουκρανία κατά την περίοδο 1932-33, ανέφερε:
«Έφτασα σε ένα χωριό περίπου 20 μίλια νότια του Κιέβου, το οποίο είχε πρακτικά εξαφανιστεί από την πείνα. Υπήρχαν 15 σπίτια με πληθυσμό 40 κατοίκων. Όλοι οι σκύλοι και οι γάτες είχαν φαγωθεί. Τα άλογα και τα μουλάρια είχαν δημευτεί από τους Σοβιετικούς. Σε μια καλύβα μαγείρευαν κάτι περίεργο: υπήρχαν κόκαλα, δέρμα χοίρου, αγριόχορτα και κάτι που έμοιαζε με μπότα στην κορυφή της κατσαρόλας. Ο τρόπος με τον οποίον οι κάτοικοι παρακολουθούσαν το 'γεύμα' φανέρωνε την κατάσταση της πείνας τους. Υπήρχε ένα αγόρι περίπου 15 ετών, του οποίου το πρόσωπο, τα πόδια και τα χέρια ήταν πολύ λεπτά και το δέρμα του διαγραφόταν πάνω στα κόκαλά του. Είχε πρησμένο στομάχι, διπλάσιο από το κανονικό του μέγεθος. Ήταν ένα ορφανό, του οποίου ο πατέρας είχε πεθάνει από την πείνα πριν από ένα μήνα. Το αγόρι είχε σκεπαστεί με ψάθα. Δεν υπήρχαν καθόλου φτυάρια στο χωριό μετά την τελευταία επιδρομή της σοβιετικής μυστικής αστυνομίας. Το παιδί είπε ότι η μητέρα του είχε φύγει μια μέρα για να ψάξει για φαγητό, αλλά δεν επέστρεψε. Το αγόρι ήθελε να πεθάνει, διότι υπέφερε έντονα από το πρησμένο του στομάχι και ήταν το μοναδικό άτομο από την ομάδα που δεν έδειχνε ενδιαφέρον για το φαγητό που ετοιμαζόταν»
Μια επιζήσασα του λιμού, η Nina Popovych, περιέγραψε τα γεγονότα:
«Ήταν τρομακτικά χρόνια. Οι μητέρες έκοβαν κομμάτια τα παιδιά τους, τα έριχναν σε κατσαρόλες να τα μαγειρέψουν και τα έτρωγαν. Η μητέρα μου πήγε σε ένα χωράφι, όπου υπήρχαν μερικά άλογα και έφερε πίσω το κεφάλι ενός αλόγου - άλλες πέντε γυναίκες έπεσαν πάνω του και άρχισαν να το δαγκώνουν. Ήταν φριχτό! Οι άνθρωποι πέθαιναν μέσα στον δρόμο, αν τους τρυπούσες, το αίμα τους ήταν σαν νερό. Θυμάμαι τα πάντα στο χωριό, όπως για παράδειγμα, τη στιγμή που έβγαλαν τους σταυρούς από τις εκκλησίες. Δύο μέλη της Κομσομόλ (Κομμουνιστικής Νεολαίας) έβγαλαν τους σταυρούς, τους έθαψαν δύο μέτρα κάτω από το έδαφος. Ηλικιωμένες γυναίκες πήγαιναν και φιλούσαν αυτό το κομμάτι γης. Μετά, γέμισαν την ξύλινη εκκλησία με άχυρα. Τη νύχτα, ποντίκια μπήκαν από τους τοίχους, αφήνοντας τρύπες, από τις οποίες οι γυναίκες γέμιζαν τους κουβάδες τους με άχυρο. Η Κομσομόλ πήρε τα άχυρα από την εκκλησία και μετά από αυτό ήταν άδεια. Πέθαναν τόσοι άνθρωποι στο χωριό, που αναγκάστηκαν να σταματήσουν να βάζουν σταυρούς στο νεκροταφείο. Το χειμώνα μια ηλικιωμένη πήρε έναν σταυρό από το νεκροταφείο για τον χρησιμοποιήσει για προσάναμμα στο σπίτι της, για να μην παγώσουν τα παιδιά της»
Ο Μεγάλος Λιμός της Ουκρανίας (1932-1933) ή Γολoντομόρ (ουκρανικά: Голодомор) υπήρξε μία από τις μεγαλύτερες εθνικές καταστροφές στη σύγχρονη ιστορία της Ουκρανίας που συνοδεύτηκε από το θάνατο εκατομμυρίων ανθρώπων. Ο λιμός επηρέασε και άλλες περιοχές της Σοβιετικής Ένωσης, ωστόσο εκδηλώθηκε με μεγαλύτερη ένταση και περισσότερα θύματα στην Ουκρανία, και σε γειτονικές περιοχές της.
Οι περισσότεροι αναλυτές θεωρούν πως ο λιμός της Ουκρανίας ήταν συνέπεια της οικονομικής πολιτικής που ακολούθησε η Σοβιετική Ένωση υπό την ηγεσία του Στάλιν και ειδικότερα του προγράμματος κολεκτιβοποίησης που εφαρμόστηκε. Συχνά αναφέρεται ως γενοκτονία και υποστηρίζεται πως ήταν απόρροια πολιτικού σχεδίου. Στις 28 Νοεμβρίου 2006, αναγνωρίστηκε επίσημα από το ουκρανικό κοινοβούλιο ως γενοκτονία και ορίστηκε ως ημέρα μνήμης η 25η Νοεμβρίου. Αρκετές ακόμα χώρες έχουν επισήμως αναγνωρίσει το λιμό της Ουκρανίας ως γενοκτονία.
Η διετία 1932 - 1933 ονομάστηκε από τη Σοβιετική Ένωση ως "Αγροτική Μεταρρύθμιση". Το Κομμουνιστικό Κόμμα Σοβιετικής Ένωσης, που τότε είχε το όνομα Πανενωσιακό Κομμουνιστικό Κόμμα (Μπολσεβίκων), σε συνεργασία με τη διοίκηση της Ουκρανικής ΣΣΔ, με το πρόσχημα της κολεκτιβοποίησης, διέταξε να κατασχεθούν πρώτα όλα τα σιτηρά προϊόντα από τους αγρούς και τις αποθήκες και στη συνέχεια όλα τα μη σιτηρά προϊόντα και τα ζώα. Επιπλέον, απαγορεύτηκε η μετακίνηση του αγροτικού πληθυσμού στις πόλεις.
Αποτέλεσμα των παραπάνω ήταν ο θάνατος από ασιτία έξι ως δώδεκα εκατομμυρίων ανθρώπων σε διάρκεια 500ων ημερών. Η επίσημη ουκρανική πλευρά μιλάει για επτά με δέκα εκατομμύρια, που σημαίνει 17 θάνατοι το λεπτό, 1.000 την ώρα και 25.000 την ημέρα.
Πηγή
«Έφτασα σε ένα χωριό περίπου 20 μίλια νότια του Κιέβου, το οποίο είχε πρακτικά εξαφανιστεί από την πείνα. Υπήρχαν 15 σπίτια με πληθυσμό 40 κατοίκων. Όλοι οι σκύλοι και οι γάτες είχαν φαγωθεί. Τα άλογα και τα μουλάρια είχαν δημευτεί από τους Σοβιετικούς. Σε μια καλύβα μαγείρευαν κάτι περίεργο: υπήρχαν κόκαλα, δέρμα χοίρου, αγριόχορτα και κάτι που έμοιαζε με μπότα στην κορυφή της κατσαρόλας. Ο τρόπος με τον οποίον οι κάτοικοι παρακολουθούσαν το 'γεύμα' φανέρωνε την κατάσταση της πείνας τους. Υπήρχε ένα αγόρι περίπου 15 ετών, του οποίου το πρόσωπο, τα πόδια και τα χέρια ήταν πολύ λεπτά και το δέρμα του διαγραφόταν πάνω στα κόκαλά του. Είχε πρησμένο στομάχι, διπλάσιο από το κανονικό του μέγεθος. Ήταν ένα ορφανό, του οποίου ο πατέρας είχε πεθάνει από την πείνα πριν από ένα μήνα. Το αγόρι είχε σκεπαστεί με ψάθα. Δεν υπήρχαν καθόλου φτυάρια στο χωριό μετά την τελευταία επιδρομή της σοβιετικής μυστικής αστυνομίας. Το παιδί είπε ότι η μητέρα του είχε φύγει μια μέρα για να ψάξει για φαγητό, αλλά δεν επέστρεψε. Το αγόρι ήθελε να πεθάνει, διότι υπέφερε έντονα από το πρησμένο του στομάχι και ήταν το μοναδικό άτομο από την ομάδα που δεν έδειχνε ενδιαφέρον για το φαγητό που ετοιμαζόταν»
Μια επιζήσασα του λιμού, η Nina Popovych, περιέγραψε τα γεγονότα:
«Ήταν τρομακτικά χρόνια. Οι μητέρες έκοβαν κομμάτια τα παιδιά τους, τα έριχναν σε κατσαρόλες να τα μαγειρέψουν και τα έτρωγαν. Η μητέρα μου πήγε σε ένα χωράφι, όπου υπήρχαν μερικά άλογα και έφερε πίσω το κεφάλι ενός αλόγου - άλλες πέντε γυναίκες έπεσαν πάνω του και άρχισαν να το δαγκώνουν. Ήταν φριχτό! Οι άνθρωποι πέθαιναν μέσα στον δρόμο, αν τους τρυπούσες, το αίμα τους ήταν σαν νερό. Θυμάμαι τα πάντα στο χωριό, όπως για παράδειγμα, τη στιγμή που έβγαλαν τους σταυρούς από τις εκκλησίες. Δύο μέλη της Κομσομόλ (Κομμουνιστικής Νεολαίας) έβγαλαν τους σταυρούς, τους έθαψαν δύο μέτρα κάτω από το έδαφος. Ηλικιωμένες γυναίκες πήγαιναν και φιλούσαν αυτό το κομμάτι γης. Μετά, γέμισαν την ξύλινη εκκλησία με άχυρα. Τη νύχτα, ποντίκια μπήκαν από τους τοίχους, αφήνοντας τρύπες, από τις οποίες οι γυναίκες γέμιζαν τους κουβάδες τους με άχυρο. Η Κομσομόλ πήρε τα άχυρα από την εκκλησία και μετά από αυτό ήταν άδεια. Πέθαναν τόσοι άνθρωποι στο χωριό, που αναγκάστηκαν να σταματήσουν να βάζουν σταυρούς στο νεκροταφείο. Το χειμώνα μια ηλικιωμένη πήρε έναν σταυρό από το νεκροταφείο για τον χρησιμοποιήσει για προσάναμμα στο σπίτι της, για να μην παγώσουν τα παιδιά της»
Ο Μεγάλος Λιμός της Ουκρανίας (1932-1933) ή Γολoντομόρ (ουκρανικά: Голодомор) υπήρξε μία από τις μεγαλύτερες εθνικές καταστροφές στη σύγχρονη ιστορία της Ουκρανίας που συνοδεύτηκε από το θάνατο εκατομμυρίων ανθρώπων. Ο λιμός επηρέασε και άλλες περιοχές της Σοβιετικής Ένωσης, ωστόσο εκδηλώθηκε με μεγαλύτερη ένταση και περισσότερα θύματα στην Ουκρανία, και σε γειτονικές περιοχές της.
Οι περισσότεροι αναλυτές θεωρούν πως ο λιμός της Ουκρανίας ήταν συνέπεια της οικονομικής πολιτικής που ακολούθησε η Σοβιετική Ένωση υπό την ηγεσία του Στάλιν και ειδικότερα του προγράμματος κολεκτιβοποίησης που εφαρμόστηκε. Συχνά αναφέρεται ως γενοκτονία και υποστηρίζεται πως ήταν απόρροια πολιτικού σχεδίου. Στις 28 Νοεμβρίου 2006, αναγνωρίστηκε επίσημα από το ουκρανικό κοινοβούλιο ως γενοκτονία και ορίστηκε ως ημέρα μνήμης η 25η Νοεμβρίου. Αρκετές ακόμα χώρες έχουν επισήμως αναγνωρίσει το λιμό της Ουκρανίας ως γενοκτονία.
Η διετία 1932 - 1933 ονομάστηκε από τη Σοβιετική Ένωση ως "Αγροτική Μεταρρύθμιση". Το Κομμουνιστικό Κόμμα Σοβιετικής Ένωσης, που τότε είχε το όνομα Πανενωσιακό Κομμουνιστικό Κόμμα (Μπολσεβίκων), σε συνεργασία με τη διοίκηση της Ουκρανικής ΣΣΔ, με το πρόσχημα της κολεκτιβοποίησης, διέταξε να κατασχεθούν πρώτα όλα τα σιτηρά προϊόντα από τους αγρούς και τις αποθήκες και στη συνέχεια όλα τα μη σιτηρά προϊόντα και τα ζώα. Επιπλέον, απαγορεύτηκε η μετακίνηση του αγροτικού πληθυσμού στις πόλεις.
Αποτέλεσμα των παραπάνω ήταν ο θάνατος από ασιτία έξι ως δώδεκα εκατομμυρίων ανθρώπων σε διάρκεια 500ων ημερών. Η επίσημη ουκρανική πλευρά μιλάει για επτά με δέκα εκατομμύρια, που σημαίνει 17 θάνατοι το λεπτό, 1.000 την ώρα και 25.000 την ημέρα.
Πηγή